Ο Μεμάς Καλογηράτος γεννήθηκε το 1940 στο χωριό Πετρικάτα της Κεφαλονιάς. Το πατρικό του σπίτι κάηκε στην Κατοχή και έτσι οικογενειακώς μετακινήθηκε στην Πάτρα, όπου τελείωσε το σχολείο. Το 1957 γνωρίζεται και γίνεται μαθητής του αγιογράφου και ζωγράφου Γεωργίου Παπαδημητρίου, ο οποίος υπέγραφε με το ψευδώνυμο «Φάων». Ο «Φάων» διαθέτει ακαδημαϊκή παιδεία και το αγιογραφικό του ύφος ακολουθεί τη δυτικότροπη παράδοση.
Στη συνέχεια ο Καλογηράτος ήρθε στην Αθήνα και σπούδασε γλυπτική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών από το 1960 ως το 1966, αποσπώντας διακρίσεις. Αρχικά παρακολούθησε το Α ́ εργαστήριο γλυπτικής που διηύθυνε ο διευθυντής της σχολής και ακαδημαϊκός Γιάννης Παππάς (1913-2005), ένας καλλιτέχνης που συνδύαζε μία πειραματική, ρηξικέλευθη γλυπτική με τις μεγάλες παραγγελίες της μεγαλοαστικής τάξης της χώρας. Μόλις όμως ιδρύθηκε το Β ́ εργαστήριο, το 1961, και το ανέλαβε ο Θανάσης Απάρτης (1899-1972), ο Μεμάς δεν δίστασε να τον ακολουθήσει εκτιμώντας τόσο την παρισινή του δράση και αναγνώριση όσο και τον εξαιρετικό του χαρακτήρα.
Η πρώτη καλλιτεχνική εμφάνιση του νεαρού δημιουργού πραγματοποιείται το 1965 με ατομική έκθεση στη Δημοτική Πινακοθήκη Πατρών ενώ είναι ακόμη φοιτητής. Παράλληλα, ζώντας την ιδιαιτερότητα και τους αγώνες της εποχής του, συμμετέχει στους φοιτητικούς αγώνες του 114, προσδοκώντας Ελλάδα δημοκρατική ή ανεξάρτητη. Η δικτατορία, λίγο αργότερα, θα του δημιουργήσει μεγάλο, ψυχικό τραύμα, όπως επίσης και η ένταση του ψυχρού πολέμου, ο πόλεμος στο Βιετνάμ και η δραματική ανατροπή όλων εκείνων των προβλέψεων οι οποίες μιλούσαν για ειρήνη, αφοπλισμό και παγκόσμια ευημερία. Για λόγους επιβίωσης και χωρίς να εγκαταλείψει τη γλυπτική, δουλεύει παράλληλα ως εργάτης, χαλκοχύτης, βοηθός για την ανέγερση μνημείων γλυπτικής. Μεταξύ των άλλων βοήθησε τον δάσκαλό του, Απάρτη, να ανιδρύσει τον πελώριο ανδριάντα του Χρυσοστόμου Σμύρνης στην πλατεία Νέας Σμύρνης.
Αργότερα υπήρξε βοηθός και συνεργάτης του Χρήστου Καπράλου, ενός καλλιτέχνη ο οποίος τον επηρέασε βαθιά και για την αισθητική του πρόταση και για το ασυμβίβαστο ήθος του. Δυναμικός και ασυμβίβαστος ο ίδιος, επιχειρεί να παρουσιάσει σε ατομικές εκθέσεις τη δουλειά του πράγμα που συνέβη το 1970 στο εκθεσιακό κέντρο Ώρα το 1971, στην γκαλερί Studio το 1973, στο ξενοδοχείο «Αρετούσα» και με τη μεταπολίτευση στην γκαλερί του Παγκρατίου Dada, το 1981. Οι συμμετοχές του σε ομαδικές εκθέσεις εκείνη την εποχή είναι πολυάριθμες και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, αλλά και το Σκιρώνειο Μουσείο Γλυπτικής, τη Λάρισα κ.α. ή τις εκδηλώσεις-παρεμβάσεις του Συλλόγου Γλυπτών (Ωδείο Αθηνών) και το Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος. Παράλληλα συμμετείχε σε διαγωνισμούς γλυπτικής για την ανέγερση μνημείων. Στη δεκαετία του ’70 βλέπουμε συχνές αναφορές και κριτικές για το έργο του, άλλοτε στο έγκριτο περιοδικό της εποχής «Ζυγός» που εξέδιδε ο Φραντζής Φραντζεσκάκης και άλλοτε στην εικαστική κριτική της εφημερίδας «Ριζοσπάστης» την οποία υπέγραφε ο γνωστός τεχνοκριτικός και συνεργάτης του Τώνη Σπητέρη, Νίκος Αλεξίου.
Σημαντικές θεωρούνται οι ατομικές εκθέσεις που οργάνωσε το 1985 στο Πνευματικό Κέντρο του χωριού Κουρκουμελάτα Κεφαλονιάς 1987, στην αίθουσα φιλαρμονικής του Αργοστολίου το 1995, στην γκαλερί της Αθήνας Ένστασις και την αίθουσα τέχνης Ψυχικού την ίδια χρονιά. Τέλος, το 1998 και το 2001 εξέθεσε στη γνωστή γκαλερί της Έρσης, στη Δεξαμενή του Κολωνακίου. Το 2003, το 2004 και το 2008 εξέθεσε στην γκαλερί Πολύτροπον, στο κάστρο του Αγίου Γεωργίου στην Κεφαλονιά.
Το 2015 εξεδόθη στο Αργοστόλι η πολύ προσεγμένη μελέτη της καθηγήτριας Δώρας Φ. Μαρκάτου «Μεμά Καλογηράτου Γλυπτοθήκη». Στην έκδοση αυτή η Σταλίνα Βουτσινά συνέγραψε λεπτομερή κατάλογο και βιβλιογραφία ενώ στο επίμετρο φιλοξενούνται κείμενα αφιερωμένα στον γλύπτη που υπογράφουν ο Πέτρος Πετράτος, φιλόλογος, ο Διονύσης Γεωργόπουλος, ο τεχνοκριτικός Νίκος Αλεξίου και η Εύα Δελαβίνια. Το 2022 το Ίδρυμα για την Ελληνική Διασπορά που εδρεύει στην Πάτρα χρηματοδότησε μια εξαιρετική ταινία, αφιερωμένη στο συνολικό έργο του Καλογηράτου, σε σκηνοθεσία Γιάννη Κατωμερή.